Select Page

Ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός Δρ Αθανάσιος Σπηλιάς παρουσίασε πρόσφατα το περιοδικό  “Αντίποδες” 2014, κάνοντας μια εκτενή αναφορά στο περιοεχόμενο και στη συμβολή του περιοδικού στην ομογένεια, τονίζοντας ότι “το περιοδικό έχει κιόλας ξεπεράσει τον μαγικό αριθμό των σαράντα συναπτών ετών κυκλοφορίας -χρονικό διάστημα που θα ζήλευαν ακόμα και πετυχημένα περιoδικά του είδους στην Ελλάδα ή και αλλού” και ότι “η μακροβιότητά του και μόνο συνεπάγεται επίπονες και επίμονες προσπάθειες” και το πιο σημαντικό “αποτελεί τεκμήριο της ανάγκης που εκπληροί”.

Η ομιλία του Δρ Σπηλιά έχει ως ακολούθως:

“Θα ήθελα, πρώτα απ’ όλα, να ευχαριστήσω το Διοικητικό Συμβούλιο του Πολιτιστικού Συνδέσμου για την ιδιαίτερη τιμή που μου κάνει να παρουσιάσω το παρόν τεύχος του λογοτεχνικού περιοδικού Αντίποδες, που αποτελεί και το επίσημο όργανο του Συλλόγου. Πρόκειται για το εξηκοστό τεύχος. Αξίζουν πράγματι θερμά συγχαρητήρια και στους πρωτοπόρους, αλλά και στους συνεχιστές του φιλόδοξου και ιστορικού αυτού εγχειρήματος.

Το περιοδικό έχει κιόλας ξεπεράσει τον μαγικό αριθμό των σαράντα συναπτών ετών κυκλοφορίας -χρονικό διάστημα που θα ζήλευαν ακόμα και πετυχημένα περιoδικά του είδους στην Ελλάδα ή και αλλού. Η μακροβιότητά του και μόνο συνεπάγεται επίπονες και επίμονες προσπάθειες. Και το κυριότερο: αποτελεί τεκμήριο της ανάγκης που εκπληροί. Η ποιότητά του αντανακλά το επίπεδο των συνεργατών του, καθώς και την αφοσίωση και αγάπη του Συμβουλίου του Συλλόγου -ιδιαίτερα της Συντακτικής Επιτροπής. Πράγματι, Πολιτιστικός  Σύνδεσμος και Περιοδικό είναι τόσο στενά συνυφασμένα στη μακρόχρονη πορεία τους, που θα μπορούσε κανείς να πει ότι στη συνείδηση του κοινού ο ένας θεωρείται “έτερος εαυτός” του άλλου.

Δεν υποστηρίζουμε, βέβαια,  ότι η έκδοση του περιοδικού είναι και η μόνη μέριμνα του Συνδέσμου. Απλά τονίζουμε ότι ακόμα και μόνο η έκδοση τού περιοδικού θα αποτελούσε για το Σύνδεσμο αποχρώντα λόγο της ύπαρξής του.

Πέρα από την ως άνω ξεχωριστή δραστηριότητα, ο Πολιτιστικός Σύνδεσμος επιδίδεται σε ποκίλες άλλες πνευματικές εκδηλώσεις : τι  Λογοτεχνικοί Διαγωνισμοί, τι Εκθέσεις Έργων Καλών Τεχνών, τι Μελοποιημένη ποίηση, “τι ό,τι και αν πεις” -που λέει ο ποιητής. Δεν θα επεκταθώ απαριθμώντας τις πολλαπλές εκδηλώσεις της χρονιάς -η ακούραστη πρόεδρος του Συνδέσμου τις κατονομάζει στη στήλη Αντιποδικά του παρόντος τεύχους. Άλλωστε οι πιο πολλοί τις γνωρίζετε, είναι το παρευρισκόμενο κοινό που -στην πλεονότητά του- πλαισιώνει τις δραστηριότητες αυτές.

Ας γυρίσουμε όμως στο περιοδικό. Είναι αυτονόητο ότι κάθε περιοδικό -καθένα φυσικά στον τομέα του- λειτουργεί ως προπομπός στο χώρο που εκπροσωπεί. Στην παρούσα, βέβαια, περίπτωση, πρόκειται για λογοτεχνικό και μορφωτικό περιοδικό -όπως αναγράφεται στον υπότιτλο του εξωφύλλου. Έχουμε, επομένως, να κάνουμε κυρίως με το πεδίο της λογοτεχνίας: εδώ θα διοχετευτούν αρχικά τα αντιπροσωπευτικά κείμενα της ντόπιας λογοτεχνικής παραγωγής, εδώ θα καταγραφούν και θα δοθούν τα δείγματα γραφής, πριν ορισμένα  από τα κείμενα αυτά πάρουν την οριστικά μορφή ενός ευρύτερου αναγνώσματος.

Τα περιοδικά, λοιπόν, που συγκαταλέγονται στην ίδια κατηγορία με τους Αντίποδες -και οφείλουμε εδώ να μνημονεύσουμε και το άλλο “κοινόν αυτάδελφον” περιοδικό, το Λόγο-,  τα περιοδικά λοιπόν αυτά αντικατοπτρίζουν το λογοτεχνικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι του χώρου στον οποίο κινούνται. Και πέραν του ότι προβάλλουν μια αρκετά αντιπροσωπευτική εικόνα τού χωροχρόνου τους, αποτελούν επίσης απαραίτητο εργαλείο για τον μελλοντικό μελετητή που θα επιθυμούσε να ερευνήσει το συγκεκριμένο πεδίο.

Με την έκδοση του πρώτου τεύχους των Αντιπόδων (Χειμώνας του 1974) εκφραζόταν η ευχή “το περιοδικό να αγκαλιάσει όλη την παροικία. Όνειρο και φιλοδοξία μας είναι όπως οι “Αντίποδες” κατακτήσουν κάθε ελληνική οικία”  (σ. 3). Διατυπωνόταν επίσης η προσδοκία ότι “το περιοδικό θα έπαιζε ένα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού” (σ.2).  Με τα σημερινά δεδομένα και με τη γνώση του παρόντος νομίζω πως μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι τουλάχιστον το δεύτερο έχει απόλυτα συντελεστεί. Αν το περιοδικό δεν μπήκε σε όλα τα ελληνικά σπίτια, όπως φιλόδοξα οραματίζονταν οι πρωτεργάτες του, αναμφισβήτητα καθιερώθηκε ως το λογοτεχνικό περιοδικό  των Ελλήνων της Αυστραλίας και λειτούργησε ως δέκτης, και συνακόλουθα ως πομπός για τις πνευματικές ανησυχίες των Ελλήνων στους Αντίποδες.

Η άποψη αυτή για τη λειτουργία, το σκοπό και το ρόλο που έχει διαδραματίσει – και εξακολουθεί να παίζει- το περιοδικό στα λογοτεχνικά και πολιτιστικά δρώμενα της παροικίας εκφράζεται και σε ποίημα του παρόντος τεύχους. Διαβάζω τις τρεις πρώτες στροφές. (σ.141)

Για χρόνια στο “Αντίποδες”
        φίλοι του εκουσίως
        εκδίδουνε τα έργα τους
        σε τεύχη, ετησίως.

        Γράφουν πολλά και διάφορα
        ο κόσμος να διαβάζει,
        ωραία, συναρπαστικά,
        και ποιος δεν τα θαυμάζει!

        Φιλόλογοι, φιλόσοφοι,
        και όλα τα ταλέντα
        κάνετε ζηλευτή δουλειά
        με κύρος και πατέντα.

Στα δημοσιευμένα ως τώρα τεύχη του περιοδικού, από πλευράς περιεχομένων, παρατηρείται μια θαυμαστή συνέπεια ως προς την καταχωρημένη ύλη. Συνέπεια σχετικά

α) με την ειδολογική κατάταξη
β) με τη γλώσσα των κειμένων  (ελληνική/αγγλική)
γ) με τη θεματογραφία, και
δ) με το χώρο εξέλιξης ή προβολής  διαφόρων ιστοριών (Ελλάδα/Αυστραλία).

Να εξηγήσω, εν συντομία, τι εννοώ με τα παραπάνω.

Είχε επιχειρηθεί στο παρελθόν -και δημοσιευθεί στα τεύχη 27 και 28 – αποδελτίωση των μέχρι τότε δημοσιευμάτων στο περιοδικό. Εκτός από την καθιερωμένη στήλη Αντιποδικά, τις διάφορες Ανακοινώσεις, Διαφημίσεις κ.λπ, οι  κύριες κατηγορίες που καταχωρήθηκαν ήταν:

Ποίηση
Διήγημα
Μελέτη
Γνωμικός λόγος
Βιβλιοκριτική
Σχόλιο

Οι ίδιες κατηγορίες, στην ίδια περίπου ποσοτική αναλογία,  επαναλαμβάνονται μέχρι και το παρόν τεύχος. Όσον αφορά τη δημιουργική γραφή η ποίηση, όπως άλλωστε θα αναμενόταν για τα ελληνικά δεδομένα, καταλαμβάνει τη μερίδα του λέοντος. Η ελληνική γλώσσα εξακολουθεί να κυριαρχεί  -με εξαίρεση την κατηγορία της Μελέτης όπου οι δύο γλώσσες (ελληνικά, αγγλικά) καταλαμβάνουν το ίδιο περίπου ποσοστό.

Δεν θα μπούμε σε άλλες λεπτομέρειες -ούτε ο χρόνος, αλλά ούτε και το είδος της εκδήλωσης μας το επιτρέπουν. Είναι ωστόσο ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι πέρα από τα παγκόσμια -και γνωστά- θέματα της λογοτεχνίας, το κύριο μοτίβο της πρώτης περιόδου της ελληνοαυστραλιανής λογοτεχνίας, η ξενητιά, εξακολουθεί να παραμένει ζωντανό.

Κεντάω το χρονικό της Μετανάστευσης
στον ανεξίτηλο αργαλειό του χρόνου   (σ. 57)   (διαβάζουμε στο παρόν τεύχος)
ή

    Δάκρυα, αγκαλιές
    νέοι μετανάστες
    Κυριακές στο Λιμάνι της Μελβούρνης.

    Σκέψεις και αναμνήσεις
    με συνεπαίρνουν πάντα
    Κυριακές στο Λιμάνι της Μελβούρνης. (σ. 64)

Ο χρόνος έχει αμβλύνει τον τόνο, η νοσταλγία, ωστόσο, παραμένει.

Τελικά, η θεματογραφία στο παρόν τεύχος του περιοδικού, όπως άλλωστε και στα προηγούμενα,  αντανακλά ένα ευρύ πολιτιστικό και πολιτισμικό φάσμα: αντλεί από τα ηθογραφικά και λαογραφικά της γενέτειρας -μάλιστα, ορισμένα στα αγγλικά- καταπιάνεται με  ζητήματα αυστραλιανά ή  ελληνοαυστραλιανά, διαπραγματεύεται παγκόσμια επίκαιρα. Από μια άποψη, οι Ελληνοαυστραλοί συγγραφείς πατούν με το ένα πόδι στην Ελλάδα και με το άλλο στην Αυστραλία, αντλώντας, μ’ αυτόν τον τρόπο, από δύο τουλάχιστον δεξαμενές.

Τεύχη του περιοδικού έχουν αφιερωθεί, στο παρελθόν, σε σημαίνοτα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων και ατόμων της παροικίας. Το παρόν τεύχος, όπως σίγουρα γνωρίζετε είναι αφιερωμένο στον αείμνηστο Πλούταρχο Δεληγιάννη. Πέρα από την γενικότερη ανεκτίμητη προσφορά τού Πλούταρχου στην παροικία, αξιόλογη είναι και η συνεισφορά του στο Σύνδεσμο και στο περιδικό ειδικότερα, κάτι που ακόμα και μια απλή φυλλομέτρηση των τευχών μπορεί να πιστοποιήσει.

Τελειώνοντας θα ήθελα και πάλι να συγχαρώ όλους όσους μόχθησαν για την έκδοση του παρόντος τεύχους και να ευχηθώ να συνεχίσουν με τον ίδιο ζήλο. Συγχαρητήρια επίσης ανήκουν σε όλους τους πνευματικούς εργάτες που συνεισέφεραν στη δημιουργία ενός τόσο ενδιαφέροντος τεύχους. Αξίζει όλα τα κείμενα να διαβαστούν προσεχτικά και να εκτιμηθούν όπως πρέπει.

Ας ενώσουμε, λοιπόν, τα χέρια μας και ας επαινέσουμε και το Συμβούλιο και τους συγγραφείς.

It is an honour to be given this opportunity to launch the 60th edition of this important journal.

Warm congratulations are due not only to the many writers who have contributed to its success but also to the organizers and the Committee members of the Cultural Association.

Yet again, the original aims and the aspirations of this journal are amply fulfilled, and it continues to provide a respected forum for writers and researchers.

The range of interests comprises poetry, short story, research, gnomics, critique and comments in both languages -Greek and English. This provides opportunities for both Australian born and more confident Greek speakers.

I am sure you will agree with me that the journal is a worthy achievement that justly deserves our appreciation.”